Χιόνι κι αίμα: Η σφαγή των ινδιάνων Lakota στο Wounded Knee

Χιόνι κι αίμα: Η σφαγή των ινδιάνων Lakota στο Wounded Knee

 


Δεν γνώριζα τότε πόσα τελείωσαν. Όταν κοιτάζω τώρα απ’ αυτόν τον ψηλό λόφο του γήρατός μου, μπορώ ακόμη να δω τις σφαγμένες γυναίκες και παιδιά να κείτονται σωριασμένοι και διαμελισμένοι καθ’ όλο το μήκος τους στραβού βαράθρου τόσο ζωντανά, όσο τους είχα δει με τα νεανικά μου μάτια. Και μπορώ να δω πως κάτι άλλο πέθανε εκεί στην ματωμένη λάσπη και θάφτηκε στη χιονοθύελλα. Τ’ όνειρο των ανθρώπων μου πέθανε εκεί. Ήταν ένα όνειρο όμορφο… η ελπίδα της φυλής τσακίστηκε και διαμελίστηκε. Δεν υπάρχει σημείο αναφοράς πλέον και το ιερό δέντρο είναι νεκρό. 
Black Elk, σαμάνος των Oglala Lakota (1863-1950).


       Ένα παγωμένο πρωινό, σαν σήμερα, στις 29 Δεκεμβρίου του 1890, πολυπληθές απόσπασμα του 7ου Συντάγματος Ιππικού των Η.Π.Α, συλλαμβάνει μια ολόκληρη ορδή των Miniconjou Lakota, καθώς κι επί πλέον τριάντα οχτώ Hunkpapa Lakota κοντά στο Porcupine Butte. Διοικητής του αποσπάσματος ήταν ο ταγματάρχης Samuel M. Whitside. Η ορδή μετακινούνταν προς αναζήτηση χειμερινού καταλύματος και τροφής. Αμέσως μετά τη σύλληψη τους, οδηγούνται με την βία οχτώ χιλιόμετρα δυτικά, κοντά στον παραπόταμο Wounded Knee. Εκεί, υπό την απειλή όπλων, αναγκάζονται να στήσουν πρόχειρα τον καταυλισμό τους. Λίγο αργότερα, οι υπόλοιπες δυνάμεις του 7ου Συντάγματος Ιππικού καταφθάνουν στο Wounded Knee με επικεφαλής τον συνταγματάρχη James W. Forsyth. Πέραν του συμβατικού ατομικού οπλισμού, φέρουν στο οπλοστάσιο τους και τέσσερα ορειβατικά πυροβόλα Μ1875, την ελίτ του πυροβολικού της εποχής. Το ίδιο λοιπόν πρωινό, ο χασάπης με τα τρία χρυσά άστρα στις επωμίδες James W. Forsyth διατάζει τους στρατιώτες του να αφοπλίσουν όλους τους αιχμαλώτους Lakota.
        Οι ινδιάνοι δεν φέρνουν αντίσταση και δέχονται να αφοπλιστούν∙ γνωρίζουν πολύ καλά πως, όντας ολιγάριθμοι σε σχέση με τους διώκτες τους και σαφώς κατώτερα οπλισμένοι, όχι μόνον θα σφαγιασθούν ανηλεώς οι ίδιοι, αλλά ουδείς εκ των στρατιωτών θα δείξει έλεος στις γυναίκες και τα παιδιά τους. Όπερ και συνέβη. 
       Κάποια στιγμή κι ενώ η διαδικασία της παράδοσης του οπλισμού εξελισσόταν κανονικά, το Μαύρο Κογιότ αρνείται να παραδώσει το τυφέκιο του∙ όντας κουφός, δεν αντιλήφθηκε τι ακριβώς συνέβαινε. Δίχως δεύτερη κουβέντα, μια ομάδα στρατιωτών πέφτει επάνω του να αποσπάσει το τυφέκιο με την βία κι αυτό εκπυρσοκροτεί, χωρίς ωστόσο να πετύχει κάποιον. Αυτομάτως, το σύνολο του Συντάγματος Ιππικού αρχίζει να βάλλει με επαναληπτικά τυφέκια εναντίον κάθε έμβιου στόχου∙ άντρες, γυναίκες, παιδιά, πόνι, σκυλιά δολοφονούνται σε ελάχιστο χρόνο. Τα πυροβόλα Μ1875 βάλλουν εναντίον τίπις, μετατρέποντας το πρωινό σε αιματοβαμμένη επίδειξη απανθρωπιάς κι αγριότητας. Κι ο αέρας ακόμη γίνεται αποπνικτικός από την οσμή της πυρίτιδας, που, όπως κι ο θάνατος, καλύπτουν τον καταυλισμό πλέον απ’ άκρη σ’ άκρη.
        Είναι τέτοια η μανία των στρατιωτών, ώστε, αψηφώντας ακόμη κι εντολές ανωτέρων τους, δίνουν την «χαριστική» βολή σε κάθε ινδιάνο τραυματία, ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου. Δηλωτικό επίσης του όλου μακελειού είναι πως καταδιώκονται και ξεκοιλιάζονται με ξιφολόγχες ακόμη και μικρές ομάδες γυναικόπαιδων, που καταφέρνουν να απομακρυνθούν λίγες εκατοντάδες μέτρα από το σφαγείο του Wounded Knee. Ακολούθησαν τρεις μέρες χιονοθύελλας, που έκαναν τις όχθες του παραπόταμου να μοιάζουν με αιματοβαμμένο νυφικό, με ρίγη αποκτήνωσης καλυμμένα πρόχειρα με ολόλευκα πέπλα. Από τους συνολικά 350 Lakota επέζησαν μόνον 51 (47 γυναίκες και παιδιά και 4 άνδρες). Όπως ήταν βεβαίως αναμενόμενο, όλοι τους οδηγήθηκαν με την βία να αργοπεθάνουν στις άθλιες συνθήκες του στρατοπέδου συγκέντρωσης με την επωνυμία «καταυλισμός Pine Ridje». Οι απώλειες για τον στρατό των Η.Π.Α ήταν 25 νεκροί και 39 τραυματίες, στην συντριπτική τους πλειοψηφία δολοφονημένοι από «φίλια» πυρά, μιας και το άσβεστο πάθος των συναδέλφων τους για αίμα ήταν πέρα κι από την λογική των εντολέων τους βαθμοφόρων. Το κράτος των Η.Π.Α απένειμε, φυσικά, μετάλλια τιμής στους μακελάρηδες. Ποιος θα περίμενε, άλλωστε, κάτι διαφορετικό; Μολονότι το φαιδρότερο όλων δεν ήταν η παρασημοφόρηση των αιμοσταγών ανθρωποειδών, αλλά το γεγονός πως μια σφαγή ανθρώπων κάθε ηλικίας γράφτηκε από μεγάλη μερίδα των αμερικανών ακαδημαϊκών με αδαμάντινα γράμματα στην ιστορία ως «η μάχη του Wounded Knee». Οι τηβεννοφέροντες κονδυλοφόροι για άλλη μια φορά εις την υπηρεσία της κρατικής πανώλης.

Πηγή:http://eleutheriparos.blogspot.gr



Χιόνι κι αίμα: Η σφαγή των ινδιάνων Lakota στο Wounded Knee

Διαβάστε περισσότερα: https://www.kar.org.gr/2014/12/30/%CF%87%CE%B9%CF%8C%CE%BD%CE%B9-%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%AF%CE%BC%CE%B1-%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B9%CE%BD%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%89%CE%BD-lakota-%CF%83%CF%84/
Χιόνι κι αίμα: Η σφαγή των ινδιάνων Lakota στο Wounded Knee

Διαβάστε περισσότερα: https://www.kar.org.gr/2014/12/30/%CF%87%CE%B9%CF%8C%CE%BD%CE%B9-%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%AF%CE%BC%CE%B1-%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B9%CE%BD%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%89%CE%BD-lakota-%CF%83%CF%84/
Δεν γνώριζα τότε πόσα τελείωσαν. Όταν κοιτάζω τώρα απ’ αυτόν τον ψηλό λόφο του γήρατός μου, μπορώ ακόμη να δω τις σφαγμένες γυναίκες και παιδιά να κείτονται σωριασμένοι και διαμελισμένοι καθ’ όλο το μήκος τους στραβού βαράθρου τόσο ζωντανά, όσο τους είχα δει με τα νεανικά μου μάτια. Και μπορώ να δω πως κάτι άλλο πέθανε εκεί στην ματωμένη λάσπη και θάφτηκε στη χιονοθύελλα. Τ’ όνειρο των ανθρώπων μου πέθανε εκεί. Ήταν ένα όνειρο όμορφο… η ελπίδα της φυλής τσακίστηκε και διαμελίστηκε. Δεν υπάρχει σημείο αναφοράς πλέον και το ιερό δέντρο είναι νεκρό. Black Elk, σαμάνος των Oglala Lakota (1863-1950) Ένα παγωμένο πρωινό, σαν σήμερα, στις 29 Δεκεμβρίου του 1890, πολυπληθές απόσπασμα του 7ου Συντάγματος Ιππικού των Η.Π.Α, συλλαμβάνει μια ολόκληρη ορδή των Miniconjou Lakota, καθώς κι επί πλέον τριάντα οχτώ Hunkpapa Lakota κοντά στο Porcupine Butte. Διοικητής του αποσπάσματος ήταν ο ταγματάρχης Samuel M. Whitside. Η ορδή μετακινούνταν προς αναζήτηση χειμερινού καταλύματος και τροφής. Αμέσως μετά τη σύλληψη τους, οδηγούνται με την βία οχτώ χιλιόμετρα δυτικά, κοντά στον παραπόταμο Wounded Knee. Εκεί, υπό την απειλή όπλων, αναγκάζονται να στήσουν πρόχειρα τον καταυλισμό τους. Λίγο αργότερα, οι υπόλοιπες δυνάμεις του 7ου Συντάγματος Ιππικού καταφθάνουν στο Wounded Knee με επικεφαλής τον συνταγματάρχη James W. Forsyth. Πέραν του συμβατικού ατομικού οπλισμού, φέρουν στο οπλοστάσιο τους και τέσσερα ορειβατικά πυροβόλα Μ1875, την ελίτ του πυροβολικού της εποχής. Το ίδιο λοιπόν πρωινό, ο χασάπης με τα τρία χρυσά άστρα στις επωμίδες James W. Forsyth διατάζει τους στρατιώτες του να αφοπλίσουν όλους τους αιχμαλώτους Lakota. Οι ινδιάνοι δεν φέρνουν αντίσταση και δέχονται να αφοπλιστούν∙ γνωρίζουν πολύ καλά πως, όντας ολιγάριθμοι σε σχέση με τους διώκτες τους και σαφώς κατώτερα οπλισμένοι, όχι μόνον θα σφαγιασθούν ανηλεώς οι ίδιοι, αλλά ουδείς εκ των στρατιωτών θα δείξει έλεος στις γυναίκες και τα παιδιά τους. Όπερ και συνέβη. Κάποια στιγμή κι ενώ η διαδικασία της παράδοσης του οπλισμού εξελισσόταν κανονικά, το Μαύρο Κογιότ αρνείται να παραδώσει το τυφέκιο του∙ όντας κουφός, δεν αντιλήφθηκε τι ακριβώς συνέβαινε. Δίχως δεύτερη κουβέντα, μια ομάδα στρατιωτών πέφτει επάνω του να αποσπάσει το τυφέκιο με την βία κι αυτό εκπυρσοκροτεί, χωρίς ωστόσο να πετύχει κάποιον. Αυτομάτως, το σύνολο του Συντάγματος Ιππικού αρχίζει να βάλλει με επαναληπτικά τυφέκια εναντίον κάθε έμβιου στόχου∙ άντρες, γυναίκες, παιδιά, πόνι, σκυλιά δολοφονούνται σε ελάχιστο χρόνο. Τα πυροβόλα Μ1875 βάλλουν εναντίον τίπις, μετατρέποντας το πρωινό σε αιματοβαμμένη επίδειξη απανθρωπιάς κι αγριότητας. Κι ο αέρας ακόμη γίνεται αποπνικτικός από την οσμή της πυρίτιδας, που, όπως κι ο θάνατος, καλύπτουν τον καταυλισμό πλέον απ’ άκρη σ’ άκρη. Είναι τέτοια η μανία των στρατιωτών, ώστε, αψηφώντας ακόμη κι εντολές ανωτέρων τους, δίνουν την «χαριστική» βολή σε κάθε ινδιάνο τραυματία, ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου. Δηλωτικό επίσης του όλου μακελειού είναι πως καταδιώκονται και ξεκοιλιάζονται με ξιφολόγχες ακόμη και μικρές ομάδες γυναικόπαιδων, που καταφέρνουν να απομακρυνθούν λίγες εκατοντάδες μέτρα από το σφαγείο του Wounded Knee. Ακολούθησαν τρεις μέρες χιονοθύελλας, που έκαναν τις όχθες του παραπόταμου να μοιάζουν με αιματοβαμμένο νυφικό, με ρίγη αποκτήνωσης καλυμμένα πρόχειρα με ολόλευκα πέπλα. Από τους συνολικά 350 Lakota επέζησαν μόνον 51 (47 γυναίκες και παιδιά και 4 άνδρες). Όπως ήταν βεβαίως αναμενόμενο, όλοι τους οδηγήθηκαν με την βία να αργοπεθάνουν στις άθλιες συνθήκες του στρατοπέδου συγκέντρωσης με την επωνυμία «καταυλισμός Pine Ridje». Οι απώλειες για τον στρατό των Η.Π.Α ήταν 25 νεκροί και 39 τραυματίες, στην συντριπτική τους πλειοψηφία δολοφονημένοι από «φίλια» πυρά, μιας και το άσβεστο πάθος των συναδέλφων τους για αίμα ήταν πέρα κι από την λογική των εντολέων τους βαθμοφόρων. Το κράτος των Η.Π.Α απένειμε, φυσικά, μετάλλια τιμής στους μακελάρηδες. Ποιος θα περίμενε, άλλωστε, κάτι διαφορετικό; Μολονότι το φαιδρότερο όλων δεν ήταν η παρασημοφόρηση των αιμοσταγών ανθρωποειδών, αλλά το γεγονός πως μια σφαγή ανθρώπων κάθε ηλικίας γράφτηκε από μεγάλη μερίδα των αμερικανών ακαδημαϊκών με αδαμάντινα γράμματα στην ιστορία ως «η μάχη του Wounded Knee». Οι τηβεννοφέροντες κονδυλοφόροι για άλλη μια φορά εις την υπηρεσία της κρατικής πανώλης.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.kar.org.gr/2014/12/30/%CF%87%CE%B9%CF%8C%CE%BD%CE%B9-%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%AF%CE%BC%CE%B1-%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B9%CE%BD%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%89%CE%BD-lakota-%CF%83%CF%84/
Χιόνι κι αίμα: Η σφαγή των ινδιάνων Lakota στο Wounded Knee

Διαβάστε περισσότερα: https://www.kar.org.gr/2014/12/30/%CF%87%CE%B9%CF%8C%CE%BD%CE%B9-%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%AF%CE%BC%CE%B1-%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B9%CE%BD%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%89%CE%BD-lakota-%CF%83%CF%84/
Δεν γνώριζα τότε πόσα τελείωσαν. Όταν κοιτάζω τώρα απ’ αυτόν τον ψηλό λόφο του γήρατός μου, μπορώ ακόμη να δω τις σφαγμένες γυναίκες και παιδιά να κείτονται σωριασμένοι και διαμελισμένοι καθ’ όλο το μήκος τους στραβού βαράθρου τόσο ζωντανά, όσο τους είχα δει με τα νεανικά μου μάτια. Και μπορώ να δω πως κάτι άλλο πέθανε εκεί στην ματωμένη λάσπη και θάφτηκε στη χιονοθύελλα. Τ’ όνειρο των ανθρώπων μου πέθανε εκεί. Ήταν ένα όνειρο όμορφο… η ελπίδα της φυλής τσακίστηκε και διαμελίστηκε. Δεν υπάρχει σημείο αναφοράς πλέον και το ιερό δέντρο είναι νεκρό. Black Elk, σαμάνος των Oglala Lakota (1863-1950) Ένα παγωμένο πρωινό, σαν σήμερα, στις 29 Δεκεμβρίου του 1890, πολυπληθές απόσπασμα του 7ου Συντάγματος Ιππικού των Η.Π.Α, συλλαμβάνει μια ολόκληρη ορδή των Miniconjou Lakota, καθώς κι επί πλέον τριάντα οχτώ Hunkpapa Lakota κοντά στο Porcupine Butte. Διοικητής του αποσπάσματος ήταν ο ταγματάρχης Samuel M. Whitside. Η ορδή μετακινούνταν προς αναζήτηση χειμερινού καταλύματος και τροφής. Αμέσως μετά τη σύλληψη τους, οδηγούνται με την βία οχτώ χιλιόμετρα δυτικά, κοντά στον παραπόταμο Wounded Knee. Εκεί, υπό την απειλή όπλων, αναγκάζονται να στήσουν πρόχειρα τον καταυλισμό τους. Λίγο αργότερα, οι υπόλοιπες δυνάμεις του 7ου Συντάγματος Ιππικού καταφθάνουν στο Wounded Knee με επικεφαλής τον συνταγματάρχη James W. Forsyth. Πέραν του συμβατικού ατομικού οπλισμού, φέρουν στο οπλοστάσιο τους και τέσσερα ορειβατικά πυροβόλα Μ1875, την ελίτ του πυροβολικού της εποχής. Το ίδιο λοιπόν πρωινό, ο χασάπης με τα τρία χρυσά άστρα στις επωμίδες James W. Forsyth διατάζει τους στρατιώτες του να αφοπλίσουν όλους τους αιχμαλώτους Lakota. Οι ινδιάνοι δεν φέρνουν αντίσταση και δέχονται να αφοπλιστούν∙ γνωρίζουν πολύ καλά πως, όντας ολιγάριθμοι σε σχέση με τους διώκτες τους και σαφώς κατώτερα οπλισμένοι, όχι μόνον θα σφαγιασθούν ανηλεώς οι ίδιοι, αλλά ουδείς εκ των στρατιωτών θα δείξει έλεος στις γυναίκες και τα παιδιά τους. Όπερ και συνέβη. Κάποια στιγμή κι ενώ η διαδικασία της παράδοσης του οπλισμού εξελισσόταν κανονικά, το Μαύρο Κογιότ αρνείται να παραδώσει το τυφέκιο του∙ όντας κουφός, δεν αντιλήφθηκε τι ακριβώς συνέβαινε. Δίχως δεύτερη κουβέντα, μια ομάδα στρατιωτών πέφτει επάνω του να αποσπάσει το τυφέκιο με την βία κι αυτό εκπυρσοκροτεί, χωρίς ωστόσο να πετύχει κάποιον. Αυτομάτως, το σύνολο του Συντάγματος Ιππικού αρχίζει να βάλλει με επαναληπτικά τυφέκια εναντίον κάθε έμβιου στόχου∙ άντρες, γυναίκες, παιδιά, πόνι, σκυλιά δολοφονούνται σε ελάχιστο χρόνο. Τα πυροβόλα Μ1875 βάλλουν εναντίον τίπις, μετατρέποντας το πρωινό σε αιματοβαμμένη επίδειξη απανθρωπιάς κι αγριότητας. Κι ο αέρας ακόμη γίνεται αποπνικτικός από την οσμή της πυρίτιδας, που, όπως κι ο θάνατος, καλύπτουν τον καταυλισμό πλέον απ’ άκρη σ’ άκρη. Είναι τέτοια η μανία των στρατιωτών, ώστε, αψηφώντας ακόμη κι εντολές ανωτέρων τους, δίνουν την «χαριστική» βολή σε κάθε ινδιάνο τραυματία, ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου. Δηλωτικό επίσης του όλου μακελειού είναι πως καταδιώκονται και ξεκοιλιάζονται με ξιφολόγχες ακόμη και μικρές ομάδες γυναικόπαιδων, που καταφέρνουν να απομακρυνθούν λίγες εκατοντάδες μέτρα από το σφαγείο του Wounded Knee. Ακολούθησαν τρεις μέρες χιονοθύελλας, που έκαναν τις όχθες του παραπόταμου να μοιάζουν με αιματοβαμμένο νυφικό, με ρίγη αποκτήνωσης καλυμμένα πρόχειρα με ολόλευκα πέπλα. Από τους συνολικά 350 Lakota επέζησαν μόνον 51 (47 γυναίκες και παιδιά και 4 άνδρες). Όπως ήταν βεβαίως αναμενόμενο, όλοι τους οδηγήθηκαν με την βία να αργοπεθάνουν στις άθλιες συνθήκες του στρατοπέδου συγκέντρωσης με την επωνυμία «καταυλισμός Pine Ridje». Οι απώλειες για τον στρατό των Η.Π.Α ήταν 25 νεκροί και 39 τραυματίες, στην συντριπτική τους πλειοψηφία δολοφονημένοι από «φίλια» πυρά, μιας και το άσβεστο πάθος των συναδέλφων τους για αίμα ήταν πέρα κι από την λογική των εντολέων τους βαθμοφόρων. Το κράτος των Η.Π.Α απένειμε, φυσικά, μετάλλια τιμής στους μακελάρηδες. Ποιος θα περίμενε, άλλωστε, κάτι διαφορετικό; Μολονότι το φαιδρότερο όλων δεν ήταν η παρασημοφόρηση των αιμοσταγών ανθρωποειδών, αλλά το γεγονός πως μια σφαγή ανθρώπων κάθε ηλικίας γράφτηκε από μεγάλη μερίδα των αμερικανών ακαδημαϊκών με αδαμάντινα γράμματα στην ιστορία ως «η μάχη του Wounded Knee». Οι τηβεννοφέροντες κονδυλοφόροι για άλλη μια φορά εις την υπηρεσία της κρατικής πανώλης.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.kar.org.gr/2014/12/30/%CF%87%CE%B9%CF%8C%CE%BD%CE%B9-%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%AF%CE%BC%CE%B1-%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B9%CE%BD%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%89%CE%BD-lakota-%CF%83%CF%84/
Δεν γνώριζα τότε πόσα τελείωσαν. Όταν κοιτάζω τώρα απ’ αυτόν τον ψηλό λόφο του γήρατός μου, μπορώ ακόμη να δω τις σφαγμένες γυναίκες και παιδιά να κείτονται σωριασμένοι και διαμελισμένοι καθ’ όλο το μήκος τους στραβού βαράθρου τόσο ζωντανά, όσο τους είχα δει με τα νεανικά μου μάτια. Και μπορώ να δω πως κάτι άλλο πέθανε εκεί στην ματωμένη λάσπη και θάφτηκε στη χιονοθύελλα. Τ’ όνειρο των ανθρώπων μου πέθανε εκεί. Ήταν ένα όνειρο όμορφο… η ελπίδα της φυλής τσακίστηκε και διαμελίστηκε. Δεν υπάρχει σημείο αναφοράς πλέον και το ιερό δέντρο είναι νεκρό. Black Elk, σαμάνος των Oglala Lakota (1863-1950) Ένα παγωμένο πρωινό, σαν σήμερα, στις 29 Δεκεμβρίου του 1890, πολυπληθές απόσπασμα του 7ου Συντάγματος Ιππικού των Η.Π.Α, συλλαμβάνει μια ολόκληρη ορδή των Miniconjou Lakota, καθώς κι επί πλέον τριάντα οχτώ Hunkpapa Lakota κοντά στο Porcupine Butte. Διοικητής του αποσπάσματος ήταν ο ταγματάρχης Samuel M. Whitside. Η ορδή μετακινούνταν προς αναζήτηση χειμερινού καταλύματος και τροφής. Αμέσως μετά τη σύλληψη τους, οδηγούνται με την βία οχτώ χιλιόμετρα δυτικά, κοντά στον παραπόταμο Wounded Knee. Εκεί, υπό την απειλή όπλων, αναγκάζονται να στήσουν πρόχειρα τον καταυλισμό τους. Λίγο αργότερα, οι υπόλοιπες δυνάμεις του 7ου Συντάγματος Ιππικού καταφθάνουν στο Wounded Knee με επικεφαλής τον συνταγματάρχη James W. Forsyth. Πέραν του συμβατικού ατομικού οπλισμού, φέρουν στο οπλοστάσιο τους και τέσσερα ορειβατικά πυροβόλα Μ1875, την ελίτ του πυροβολικού της εποχής. Το ίδιο λοιπόν πρωινό, ο χασάπης με τα τρία χρυσά άστρα στις επωμίδες James W. Forsyth διατάζει τους στρατιώτες του να αφοπλίσουν όλους τους αιχμαλώτους Lakota. Οι ινδιάνοι δεν φέρνουν αντίσταση και δέχονται να αφοπλιστούν∙ γνωρίζουν πολύ καλά πως, όντας ολιγάριθμοι σε σχέση με τους διώκτες τους και σαφώς κατώτερα οπλισμένοι, όχι μόνον θα σφαγιασθούν ανηλεώς οι ίδιοι, αλλά ουδείς εκ των στρατιωτών θα δείξει έλεος στις γυναίκες και τα παιδιά τους. Όπερ και συνέβη. Κάποια στιγμή κι ενώ η διαδικασία της παράδοσης του οπλισμού εξελισσόταν κανονικά, το Μαύρο Κογιότ αρνείται να παραδώσει το τυφέκιο του∙ όντας κουφός, δεν αντιλήφθηκε τι ακριβώς συνέβαινε. Δίχως δεύτερη κουβέντα, μια ομάδα στρατιωτών πέφτει επάνω του να αποσπάσει το τυφέκιο με την βία κι αυτό εκπυρσοκροτεί, χωρίς ωστόσο να πετύχει κάποιον. Αυτομάτως, το σύνολο του Συντάγματος Ιππικού αρχίζει να βάλλει με επαναληπτικά τυφέκια εναντίον κάθε έμβιου στόχου∙ άντρες, γυναίκες, παιδιά, πόνι, σκυλιά δολοφονούνται σε ελάχιστο χρόνο. Τα πυροβόλα Μ1875 βάλλουν εναντίον τίπις, μετατρέποντας το πρωινό σε αιματοβαμμένη επίδειξη απανθρωπιάς κι αγριότητας. Κι ο αέρας ακόμη γίνεται αποπνικτικός από την οσμή της πυρίτιδας, που, όπως κι ο θάνατος, καλύπτουν τον καταυλισμό πλέον απ’ άκρη σ’ άκρη. Είναι τέτοια η μανία των στρατιωτών, ώστε, αψηφώντας ακόμη κι εντολές ανωτέρων τους, δίνουν την «χαριστική» βολή σε κάθε ινδιάνο τραυματία, ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου. Δηλωτικό επίσης του όλου μακελειού είναι πως καταδιώκονται και ξεκοιλιάζονται με ξιφολόγχες ακόμη και μικρές ομάδες γυναικόπαιδων, που καταφέρνουν να απομακρυνθούν λίγες εκατοντάδες μέτρα από το σφαγείο του Wounded Knee. Ακολούθησαν τρεις μέρες χιονοθύελλας, που έκαναν τις όχθες του παραπόταμου να μοιάζουν με αιματοβαμμένο νυφικό, με ρίγη αποκτήνωσης καλυμμένα πρόχειρα με ολόλευκα πέπλα. Από τους συνολικά 350 Lakota επέζησαν μόνον 51 (47 γυναίκες και παιδιά και 4 άνδρες). Όπως ήταν βεβαίως αναμενόμενο, όλοι τους οδηγήθηκαν με την βία να αργοπεθάνουν στις άθλιες συνθήκες του στρατοπέδου συγκέντρωσης με την επωνυμία «καταυλισμός Pine Ridje». Οι απώλειες για τον στρατό των Η.Π.Α ήταν 25 νεκροί και 39 τραυματίες, στην συντριπτική τους πλειοψηφία δολοφονημένοι από «φίλια» πυρά, μιας και το άσβεστο πάθος των συναδέλφων τους για αίμα ήταν πέρα κι από την λογική των εντολέων τους βαθμοφόρων. Το κράτος των Η.Π.Α απένειμε, φυσικά, μετάλλια τιμής στους μακελάρηδες. Ποιος θα περίμενε, άλλωστε, κάτι διαφορετικό; Μολονότι το φαιδρότερο όλων δεν ήταν η παρασημοφόρηση των αιμοσταγών ανθρωποειδών, αλλά το γεγονός πως μια σφαγή ανθρώπων κάθε ηλικίας γράφτηκε από μεγάλη μερίδα των αμερικανών ακαδημαϊκών με αδαμάντινα γράμματα στην ιστορία ως «η μάχη του Wounded Knee». Οι τηβεννοφέροντες κονδυλοφόροι για άλλη μια φορά εις την υπηρεσία της κρατικής πανώλης.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.kar.org.gr/2014/12/30/%CF%87%CE%B9%CF%8C%CE%BD%CE%B9-%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%AF%CE%BC%CE%B1-%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B9%CE%BD%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%89%CE%BD-lakota-%CF%83%CF%84/
Δεν γνώριζα τότε πόσα τελείωσαν. Όταν κοιτάζω τώρα απ’ αυτόν τον ψηλό λόφο του γήρατός μου, μπορώ ακόμη να δω τις σφαγμένες γυναίκες και παιδιά να κείτονται σωριασμένοι και διαμελισμένοι καθ’ όλο το μήκος τους στραβού βαράθρου τόσο ζωντανά, όσο τους είχα δει με τα νεανικά μου μάτια. Και μπορώ να δω πως κάτι άλλο πέθανε εκεί στην ματωμένη λάσπη και θάφτηκε στη χιονοθύελλα. Τ’ όνειρο των ανθρώπων μου πέθανε εκεί. Ήταν ένα όνειρο όμορφο… η ελπίδα της φυλής τσακίστηκε και διαμελίστηκε. Δεν υπάρχει σημείο αναφοράς πλέον και το ιερό δέντρο είναι νεκρό. Black Elk, σαμάνος των Oglala Lakota (1863-1950) Ένα παγωμένο πρωινό, σαν σήμερα, στις 29 Δεκεμβρίου του 1890, πολυπληθές απόσπασμα του 7ου Συντάγματος Ιππικού των Η.Π.Α, συλλαμβάνει μια ολόκληρη ορδή των Miniconjou Lakota, καθώς κι επί πλέον τριάντα οχτώ Hunkpapa Lakota κοντά στο Porcupine Butte. Διοικητής του αποσπάσματος ήταν ο ταγματάρχης Samuel M. Whitside. Η ορδή μετακινούνταν προς αναζήτηση χειμερινού καταλύματος και τροφής. Αμέσως μετά τη σύλληψη τους, οδηγούνται με την βία οχτώ χιλιόμετρα δυτικά, κοντά στον παραπόταμο Wounded Knee. Εκεί, υπό την απειλή όπλων, αναγκάζονται να στήσουν πρόχειρα τον καταυλισμό τους. Λίγο αργότερα, οι υπόλοιπες δυνάμεις του 7ου Συντάγματος Ιππικού καταφθάνουν στο Wounded Knee με επικεφαλής τον συνταγματάρχη James W. Forsyth. Πέραν του συμβατικού ατομικού οπλισμού, φέρουν στο οπλοστάσιο τους και τέσσερα ορειβατικά πυροβόλα Μ1875, την ελίτ του πυροβολικού της εποχής. Το ίδιο λοιπόν πρωινό, ο χασάπης με τα τρία χρυσά άστρα στις επωμίδες James W. Forsyth διατάζει τους στρατιώτες του να αφοπλίσουν όλους τους αιχμαλώτους Lakota. Οι ινδιάνοι δεν φέρνουν αντίσταση και δέχονται να αφοπλιστούν∙ γνωρίζουν πολύ καλά πως, όντας ολιγάριθμοι σε σχέση με τους διώκτες τους και σαφώς κατώτερα οπλισμένοι, όχι μόνον θα σφαγιασθούν ανηλεώς οι ίδιοι, αλλά ουδείς εκ των στρατιωτών θα δείξει έλεος στις γυναίκες και τα παιδιά τους. Όπερ και συνέβη. Κάποια στιγμή κι ενώ η διαδικασία της παράδοσης του οπλισμού εξελισσόταν κανονικά, το Μαύρο Κογιότ αρνείται να παραδώσει το τυφέκιο του∙ όντας κουφός, δεν αντιλήφθηκε τι ακριβώς συνέβαινε. Δίχως δεύτερη κουβέντα, μια ομάδα στρατιωτών πέφτει επάνω του να αποσπάσει το τυφέκιο με την βία κι αυτό εκπυρσοκροτεί, χωρίς ωστόσο να πετύχει κάποιον. Αυτομάτως, το σύνολο του Συντάγματος Ιππικού αρχίζει να βάλλει με επαναληπτικά τυφέκια εναντίον κάθε έμβιου στόχου∙ άντρες, γυναίκες, παιδιά, πόνι, σκυλιά δολοφονούνται σε ελάχιστο χρόνο. Τα πυροβόλα Μ1875 βάλλουν εναντίον τίπις, μετατρέποντας το πρωινό σε αιματοβαμμένη επίδειξη απανθρωπιάς κι αγριότητας. Κι ο αέρας ακόμη γίνεται αποπνικτικός από την οσμή της πυρίτιδας, που, όπως κι ο θάνατος, καλύπτουν τον καταυλισμό πλέον απ’ άκρη σ’ άκρη. Είναι τέτοια η μανία των στρατιωτών, ώστε, αψηφώντας ακόμη κι εντολές ανωτέρων τους, δίνουν την «χαριστική» βολή σε κάθε ινδιάνο τραυματία, ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου. Δηλωτικό επίσης του όλου μακελειού είναι πως καταδιώκονται και ξεκοιλιάζονται με ξιφολόγχες ακόμη και μικρές ομάδες γυναικόπαιδων, που καταφέρνουν να απομακρυνθούν λίγες εκατοντάδες μέτρα από το σφαγείο του Wounded Knee. Ακολούθησαν τρεις μέρες χιονοθύελλας, που έκαναν τις όχθες του παραπόταμου να μοιάζουν με αιματοβαμμένο νυφικό, με ρίγη αποκτήνωσης καλυμμένα πρόχειρα με ολόλευκα πέπλα. Από τους συνολικά 350 Lakota επέζησαν μόνον 51 (47 γυναίκες και παιδιά και 4 άνδρες). Όπως ήταν βεβαίως αναμενόμενο, όλοι τους οδηγήθηκαν με την βία να αργοπεθάνουν στις άθλιες συνθήκες του στρατοπέδου συγκέντρωσης με την επωνυμία «καταυλισμός Pine Ridje». Οι απώλειες για τον στρατό των Η.Π.Α ήταν 25 νεκροί και 39 τραυματίες, στην συντριπτική τους πλειοψηφία δολοφονημένοι από «φίλια» πυρά, μιας και το άσβεστο πάθος των συναδέλφων τους για αίμα ήταν πέρα κι από την λογική των εντολέων τους βαθμοφόρων. Το κράτος των Η.Π.Α απένειμε, φυσικά, μετάλλια τιμής στους μακελάρηδες. Ποιος θα περίμενε, άλλωστε, κάτι διαφορετικό; Μολονότι το φαιδρότερο όλων δεν ήταν η παρασημοφόρηση των αιμοσταγών ανθρωποειδών, αλλά το γεγονός πως μια σφαγή ανθρώπων κάθε ηλικίας γράφτηκε από μεγάλη μερίδα των αμερικανών ακαδημαϊκών με αδαμάντινα γράμματα στην ιστορία ως «η μάχη του Wounded Knee». Οι τηβεννοφέροντες κονδυλοφόροι για άλλη μια φορά εις την υπηρεσία της κρατικής πανώλης.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.kar.org.gr/2014/12/30/%CF%87%CE%B9%CF%8C%CE%BD%CE%B9-%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%AF%CE%BC%CE%B1-%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B9%CE%BD%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%89%CE%BD-lakota-%CF%83%CF%84/
Δεν γνώριζα τότε πόσα τελείωσαν. Όταν κοιτάζω τώρα απ’ αυτόν τον ψηλό λόφο του γήρατός μου, μπορώ ακόμη να δω τις σφαγμένες γυναίκες και παιδιά να κείτονται σωριασμένοι και διαμελισμένοι καθ’ όλο το μήκος τους στραβού βαράθρου τόσο ζωντανά, όσο τους είχα δει με τα νεανικά μου μάτια. Και μπορώ να δω πως κάτι άλλο πέθανε εκεί στην ματωμένη λάσπη και θάφτηκε στη χιονοθύελλα. Τ’ όνειρο των ανθρώπων μου πέθανε εκεί. Ήταν ένα όνειρο όμορφο… η ελπίδα της φυλής τσακίστηκε και διαμελίστηκε. Δεν υπάρχει σημείο αναφοράς πλέον και το ιερό δέντρο είναι νεκρό. Black Elk, σαμάνος των Oglala Lakota (1863-1950) Ένα παγωμένο πρωινό, σαν σήμερα, στις 29 Δεκεμβρίου του 1890, πολυπληθές απόσπασμα του 7ου Συντάγματος Ιππικού των Η.Π.Α, συλλαμβάνει μια ολόκληρη ορδή των Miniconjou Lakota, καθώς κι επί πλέον τριάντα οχτώ Hunkpapa Lakota κοντά στο Porcupine Butte. Διοικητής του αποσπάσματος ήταν ο ταγματάρχης Samuel M. Whitside. Η ορδή μετακινούνταν προς αναζήτηση χειμερινού καταλύματος και τροφής. Αμέσως μετά τη σύλληψη τους, οδηγούνται με την βία οχτώ χιλιόμετρα δυτικά, κοντά στον παραπόταμο Wounded Knee. Εκεί, υπό την απειλή όπλων, αναγκάζονται να στήσουν πρόχειρα τον καταυλισμό τους. Λίγο αργότερα, οι υπόλοιπες δυνάμεις του 7ου Συντάγματος Ιππικού καταφθάνουν στο Wounded Knee με επικεφαλής τον συνταγματάρχη James W. Forsyth. Πέραν του συμβατικού ατομικού οπλισμού, φέρουν στο οπλοστάσιο τους και τέσσερα ορειβατικά πυροβόλα Μ1875, την ελίτ του πυροβολικού της εποχής. Το ίδιο λοιπόν πρωινό, ο χασάπης με τα τρία χρυσά άστρα στις επωμίδες James W. Forsyth διατάζει τους στρατιώτες του να αφοπλίσουν όλους τους αιχμαλώτους Lakota. Οι ινδιάνοι δεν φέρνουν αντίσταση και δέχονται να αφοπλιστούν∙ γνωρίζουν πολύ καλά πως, όντας ολιγάριθμοι σε σχέση με τους διώκτες τους και σαφώς κατώτερα οπλισμένοι, όχι μόνον θα σφαγιασθούν ανηλεώς οι ίδιοι, αλλά ουδείς εκ των στρατιωτών θα δείξει έλεος στις γυναίκες και τα παιδιά τους. Όπερ και συνέβη. Κάποια στιγμή κι ενώ η διαδικασία της παράδοσης του οπλισμού εξελισσόταν κανονικά, το Μαύρο Κογιότ αρνείται να παραδώσει το τυφέκιο του∙ όντας κουφός, δεν αντιλήφθηκε τι ακριβώς συνέβαινε. Δίχως δεύτερη κουβέντα, μια ομάδα στρατιωτών πέφτει επάνω του να αποσπάσει το τυφέκιο με την βία κι αυτό εκπυρσοκροτεί, χωρίς ωστόσο να πετύχει κάποιον. Αυτομάτως, το σύνολο του Συντάγματος Ιππικού αρχίζει να βάλλει με επαναληπτικά τυφέκια εναντίον κάθε έμβιου στόχου∙ άντρες, γυναίκες, παιδιά, πόνι, σκυλιά δολοφονούνται σε ελάχιστο χρόνο. Τα πυροβόλα Μ1875 βάλλουν εναντίον τίπις, μετατρέποντας το πρωινό σε αιματοβαμμένη επίδειξη απανθρωπιάς κι αγριότητας. Κι ο αέρας ακόμη γίνεται αποπνικτικός από την οσμή της πυρίτιδας, που, όπως κι ο θάνατος, καλύπτουν τον καταυλισμό πλέον απ’ άκρη σ’ άκρη. Είναι τέτοια η μανία των στρατιωτών, ώστε, αψηφώντας ακόμη κι εντολές ανωτέρων τους, δίνουν την «χαριστική» βολή σε κάθε ινδιάνο τραυματία, ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου. Δηλωτικό επίσης του όλου μακελειού είναι πως καταδιώκονται και ξεκοιλιάζονται με ξιφολόγχες ακόμη και μικρές ομάδες γυναικόπαιδων, που καταφέρνουν να απομακρυνθούν λίγες εκατοντάδες μέτρα από το σφαγείο του Wounded Knee. Ακολούθησαν τρεις μέρες χιονοθύελλας, που έκαναν τις όχθες του παραπόταμου να μοιάζουν με αιματοβαμμένο νυφικό, με ρίγη αποκτήνωσης καλυμμένα πρόχειρα με ολόλευκα πέπλα. Από τους συνολικά 350 Lakota επέζησαν μόνον 51 (47 γυναίκες και παιδιά και 4 άνδρες). Όπως ήταν βεβαίως αναμενόμενο, όλοι τους οδηγήθηκαν με την βία να αργοπεθάνουν στις άθλιες συνθήκες του στρατοπέδου συγκέντρωσης με την επωνυμία «καταυλισμός Pine Ridje». Οι απώλειες για τον στρατό των Η.Π.Α ήταν 25 νεκροί και 39 τραυματίες, στην συντριπτική τους πλειοψηφία δολοφονημένοι από «φίλια» πυρά, μιας και το άσβεστο πάθος των συναδέλφων τους για αίμα ήταν πέρα κι από την λογική των εντολέων τους βαθμοφόρων. Το κράτος των Η.Π.Α απένειμε, φυσικά, μετάλλια τιμής στους μακελάρηδες. Ποιος θα περίμενε, άλλωστε, κάτι διαφορετικό; Μολονότι το φαιδρότερο όλων δεν ήταν η παρασημοφόρηση των αιμοσταγών ανθρωποειδών, αλλά το γεγονός πως μια σφαγή ανθρώπων κάθε ηλικίας γράφτηκε από μεγάλη μερίδα των αμερικανών ακαδημαϊκών με αδαμάντινα γράμματα στην ιστορία ως «η μάχη του Wounded Knee». Οι τηβεννοφέροντες κονδυλοφόροι για άλλη μια φορά εις την υπηρεσία της κρατικής πανώλης.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.kar.org.gr/2014/12/30/%CF%87%CE%B9%CF%8C%CE%BD%CE%B9-%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%AF%CE%BC%CE%B1-%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B9%CE%BD%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%89%CE%BD-lakota-%CF%83%CF%84/
Δεν γνώριζα τότε πόσα τελείωσαν. Όταν κοιτάζω τώρα απ’ αυτόν τον ψηλό λόφο του γήρατός μου, μπορώ ακόμη να δω τις σφαγμένες γυναίκες και παιδιά να κείτονται σωριασμένοι και διαμελισμένοι καθ’ όλο το μήκος τους στραβού βαράθρου τόσο ζωντανά, όσο τους είχα δει με τα νεανικά μου μάτια. Και μπορώ να δω πως κάτι άλλο πέθανε εκεί στην ματωμένη λάσπη και θάφτηκε στη χιονοθύελλα. Τ’ όνειρο των ανθρώπων μου πέθανε εκεί. Ήταν ένα όνειρο όμορφο… η ελπίδα της φυλής τσακίστηκε και διαμελίστηκε. Δεν υπάρχει σημείο αναφοράς πλέον και το ιερό δέντρο είναι νεκρό. Black Elk, σαμάνος των Oglala Lakota (1863-1950) Ένα παγωμένο πρωινό, σαν σήμερα, στις 29 Δεκεμβρίου του 1890, πολυπληθές απόσπασμα του 7ου Συντάγματος Ιππικού των Η.Π.Α, συλλαμβάνει μια ολόκληρη ορδή των Miniconjou Lakota, καθώς κι επί πλέον τριάντα οχτώ Hunkpapa Lakota κοντά στο Porcupine Butte. Διοικητής του αποσπάσματος ήταν ο ταγματάρχης Samuel M. Whitside. Η ορδή μετακινούνταν προς αναζήτηση χειμερινού καταλύματος και τροφής. Αμέσως μετά τη σύλληψη τους, οδηγούνται με την βία οχτώ χιλιόμετρα δυτικά, κοντά στον παραπόταμο Wounded Knee. Εκεί, υπό την απειλή όπλων, αναγκάζονται να στήσουν πρόχειρα τον καταυλισμό τους. Λίγο αργότερα, οι υπόλοιπες δυνάμεις του 7ου Συντάγματος Ιππικού καταφθάνουν στο Wounded Knee με επικεφαλής τον συνταγματάρχη James W. Forsyth. Πέραν του συμβατικού ατομικού οπλισμού, φέρουν στο οπλοστάσιο τους και τέσσερα ορειβατικά πυροβόλα Μ1875, την ελίτ του πυροβολικού της εποχής. Το ίδιο λοιπόν πρωινό, ο χασάπης με τα τρία χρυσά άστρα στις επωμίδες James W. Forsyth διατάζει τους στρατιώτες του να αφοπλίσουν όλους τους αιχμαλώτους Lakota. Οι ινδιάνοι δεν φέρνουν αντίσταση και δέχονται να αφοπλιστούν∙ γνωρίζουν πολύ καλά πως, όντας ολιγάριθμοι σε σχέση με τους διώκτες τους και σαφώς κατώτερα οπλισμένοι, όχι μόνον θα σφαγιασθούν ανηλεώς οι ίδιοι, αλλά ουδείς εκ των στρατιωτών θα δείξει έλεος στις γυναίκες και τα παιδιά τους. Όπερ και συνέβη. Κάποια στιγμή κι ενώ η διαδικασία της παράδοσης του οπλισμού εξελισσόταν κανονικά, το Μαύρο Κογιότ αρνείται να παραδώσει το τυφέκιο του∙ όντας κουφός, δεν αντιλήφθηκε τι ακριβώς συνέβαινε. Δίχως δεύτερη κουβέντα, μια ομάδα στρατιωτών πέφτει επάνω του να αποσπάσει το τυφέκιο με την βία κι αυτό εκπυρσοκροτεί, χωρίς ωστόσο να πετύχει κάποιον. Αυτομάτως, το σύνολο του Συντάγματος Ιππικού αρχίζει να βάλλει με επαναληπτικά τυφέκια εναντίον κάθε έμβιου στόχου∙ άντρες, γυναίκες, παιδιά, πόνι, σκυλιά δολοφονούνται σε ελάχιστο χρόνο. Τα πυροβόλα Μ1875 βάλλουν εναντίον τίπις, μετατρέποντας το πρωινό σε αιματοβαμμένη επίδειξη απανθρωπιάς κι αγριότητας. Κι ο αέρας ακόμη γίνεται αποπνικτικός από την οσμή της πυρίτιδας, που, όπως κι ο θάνατος, καλύπτουν τον καταυλισμό πλέον απ’ άκρη σ’ άκρη. Είναι τέτοια η μανία των στρατιωτών, ώστε, αψηφώντας ακόμη κι εντολές ανωτέρων τους, δίνουν την «χαριστική» βολή σε κάθε ινδιάνο τραυματία, ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου. Δηλωτικό επίσης του όλου μακελειού είναι πως καταδιώκονται και ξεκοιλιάζονται με ξιφολόγχες ακόμη και μικρές ομάδες γυναικόπαιδων, που καταφέρνουν να απομακρυνθούν λίγες εκατοντάδες μέτρα από το σφαγείο του Wounded Knee. Ακολούθησαν τρεις μέρες χιονοθύελλας, που έκαναν τις όχθες του παραπόταμου να μοιάζουν με αιματοβαμμένο νυφικό, με ρίγη αποκτήνωσης καλυμμένα πρόχειρα με ολόλευκα πέπλα. Από τους συνολικά 350 Lakota επέζησαν μόνον 51 (47 γυναίκες και παιδιά και 4 άνδρες). Όπως ήταν βεβαίως αναμενόμενο, όλοι τους οδηγήθηκαν με την βία να αργοπεθάνουν στις άθλιες συνθήκες του στρατοπέδου συγκέντρωσης με την επωνυμία «καταυλισμός Pine Ridje». Οι απώλειες για τον στρατό των Η.Π.Α ήταν 25 νεκροί και 39 τραυματίες, στην συντριπτική τους πλειοψηφία δολοφονημένοι από «φίλια» πυρά, μιας και το άσβεστο πάθος των συναδέλφων τους για αίμα ήταν πέρα κι από την λογική των εντολέων τους βαθμοφόρων. Το κράτος των Η.Π.Α απένειμε, φυσικά, μετάλλια τιμής στους μακελάρηδες. Ποιος θα περίμενε, άλλωστε, κάτι διαφορετικό; Μολονότι το φαιδρότερο όλων δεν ήταν η παρασημοφόρηση των αιμοσταγών ανθρωποειδών, αλλά το γεγονός πως μια σφαγή ανθρώπων κάθε ηλικίας γράφτηκε από μεγάλη μερίδα των αμερικανών ακαδημαϊκών με αδαμάντινα γράμματα στην ιστορία ως «η μάχη του Wounded Knee». Οι τηβεννοφέροντες κονδυλοφόροι για άλλη μια φορά εις την υπηρεσία της κρατικής πανώλης.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.kar.org.gr/2014/12/30/%CF%87%CE%B9%CF%8C%CE%BD%CE%B9-%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%AF%CE%BC%CE%B1-%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B9%CE%BD%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%89%CE%BD-lakota-%CF%83%CF%84/
Δεν γνώριζα τότε πόσα τελείωσαν. Όταν κοιτάζω τώρα απ’ αυτόν τον ψηλό λόφο του γήρατός μου, μπορώ ακόμη να δω τις σφαγμένες γυναίκες και παιδιά να κείτονται σωριασμένοι και διαμελισμένοι καθ’ όλο το μήκος τους στραβού βαράθρου τόσο ζωντανά, όσο τους είχα δει με τα νεανικά μου μάτια. Και μπορώ να δω πως κάτι άλλο πέθανε εκεί στην ματωμένη λάσπη και θάφτηκε στη χιονοθύελλα. Τ’ όνειρο των ανθρώπων μου πέθανε εκεί. Ήταν ένα όνειρο όμορφο… η ελπίδα της φυλής τσακίστηκε και διαμελίστηκε. Δεν υπάρχει σημείο αναφοράς πλέον και το ιερό δέντρο είναι νεκρό. Black Elk, σαμάνος των Oglala Lakota (1863-1950) Ένα παγωμένο πρωινό, σαν σήμερα, στις 29 Δεκεμβρίου του 1890, πολυπληθές απόσπασμα του 7ου Συντάγματος Ιππικού των Η.Π.Α, συλλαμβάνει μια ολόκληρη ορδή των Miniconjou Lakota, καθώς κι επί πλέον τριάντα οχτώ Hunkpapa Lakota κοντά στο Porcupine Butte. Διοικητής του αποσπάσματος ήταν ο ταγματάρχης Samuel M. Whitside. Η ορδή μετακινούνταν προς αναζήτηση χειμερινού καταλύματος και τροφής. Αμέσως μετά τη σύλληψη τους, οδηγούνται με την βία οχτώ χιλιόμετρα δυτικά, κοντά στον παραπόταμο Wounded Knee. Εκεί, υπό την απειλή όπλων, αναγκάζονται να στήσουν πρόχειρα τον καταυλισμό τους. Λίγο αργότερα, οι υπόλοιπες δυνάμεις του 7ου Συντάγματος Ιππικού καταφθάνουν στο Wounded Knee με επικεφαλής τον συνταγματάρχη James W. Forsyth. Πέραν του συμβατικού ατομικού οπλισμού, φέρουν στο οπλοστάσιο τους και τέσσερα ορειβατικά πυροβόλα Μ1875, την ελίτ του πυροβολικού της εποχής. Το ίδιο λοιπόν πρωινό, ο χασάπης με τα τρία χρυσά άστρα στις επωμίδες James W. Forsyth διατάζει τους στρατιώτες του να αφοπλίσουν όλους τους αιχμαλώτους Lakota. Οι ινδιάνοι δεν φέρνουν αντίσταση και δέχονται να αφοπλιστούν∙ γνωρίζουν πολύ καλά πως, όντας ολιγάριθμοι σε σχέση με τους διώκτες τους και σαφώς κατώτερα οπλισμένοι, όχι μόνον θα σφαγιασθούν ανηλεώς οι ίδιοι, αλλά ουδείς εκ των στρατιωτών θα δείξει έλεος στις γυναίκες και τα παιδιά τους. Όπερ και συνέβη. Κάποια στιγμή κι ενώ η διαδικασία της παράδοσης του οπλισμού εξελισσόταν κανονικά, το Μαύρο Κογιότ αρνείται να παραδώσει το τυφέκιο του∙ όντας κουφός, δεν αντιλήφθηκε τι ακριβώς συνέβαινε. Δίχως δεύτερη κουβέντα, μια ομάδα στρατιωτών πέφτει επάνω του να αποσπάσει το τυφέκιο με την βία κι αυτό εκπυρσοκροτεί, χωρίς ωστόσο να πετύχει κάποιον. Αυτομάτως, το σύνολο του Συντάγματος Ιππικού αρχίζει να βάλλει με επαναληπτικά τυφέκια εναντίον κάθε έμβιου στόχου∙ άντρες, γυναίκες, παιδιά, πόνι, σκυλιά δολοφονούνται σε ελάχιστο χρόνο. Τα πυροβόλα Μ1875 βάλλουν εναντίον τίπις, μετατρέποντας το πρωινό σε αιματοβαμμένη επίδειξη απανθρωπιάς κι αγριότητας. Κι ο αέρας ακόμη γίνεται αποπνικτικός από την οσμή της πυρίτιδας, που, όπως κι ο θάνατος, καλύπτουν τον καταυλισμό πλέον απ’ άκρη σ’ άκρη. Είναι τέτοια η μανία των στρατιωτών, ώστε, αψηφώντας ακόμη κι εντολές ανωτέρων τους, δίνουν την «χαριστική» βολή σε κάθε ινδιάνο τραυματία, ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου. Δηλωτικό επίσης του όλου μακελειού είναι πως καταδιώκονται και ξεκοιλιάζονται με ξιφολόγχες ακόμη και μικρές ομάδες γυναικόπαιδων, που καταφέρνουν να απομακρυνθούν λίγες εκατοντάδες μέτρα από το σφαγείο του Wounded Knee. Ακολούθησαν τρεις μέρες χιονοθύελλας, που έκαναν τις όχθες του παραπόταμου να μοιάζουν με αιματοβαμμένο νυφικό, με ρίγη αποκτήνωσης καλυμμένα πρόχειρα με ολόλευκα πέπλα. Από τους συνολικά 350 Lakota επέζησαν μόνον 51 (47 γυναίκες και παιδιά και 4 άνδρες). Όπως ήταν βεβαίως αναμενόμενο, όλοι τους οδηγήθηκαν με την βία να αργοπεθάνουν στις άθλιες συνθήκες του στρατοπέδου συγκέντρωσης με την επωνυμία «καταυλισμός Pine Ridje». Οι απώλειες για τον στρατό των Η.Π.Α ήταν 25 νεκροί και 39 τραυματίες, στην συντριπτική τους πλειοψηφία δολοφονημένοι από «φίλια» πυρά, μιας και το άσβεστο πάθος των συναδέλφων τους για αίμα ήταν πέρα κι από την λογική των εντολέων τους βαθμοφόρων. Το κράτος των Η.Π.Α απένειμε, φυσικά, μετάλλια τιμής στους μακελάρηδες. Ποιος θα περίμενε, άλλωστε, κάτι διαφορετικό; Μολονότι το φαιδρότερο όλων δεν ήταν η παρασημοφόρηση των αιμοσταγών ανθρωποειδών, αλλά το γεγονός πως μια σφαγή ανθρώπων κάθε ηλικίας γράφτηκε από μεγάλη μερίδα των αμερικανών ακαδημαϊκών με αδαμάντινα γράμματα στην ιστορία ως «η μάχη του Wounded Knee». Οι τηβεννοφέροντες κονδυλοφόροι για άλλη μια φορά εις την υπηρεσία της κρατικής πανώλης.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.kar.org.gr/2014/12/30/%CF%87%CE%B9%CF%8C%CE%BD%CE%B9-%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%AF%CE%BC%CE%B1-%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B9%CE%BD%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%89%CE%BD-lakota-%CF%83%CF%84/
Δεν γνώριζα τότε πόσα τελείωσαν. Όταν κοιτάζω τώρα απ’ αυτόν τον ψηλό λόφο του γήρατός μου, μπορώ ακόμη να δω τις σφαγμένες γυναίκες και παιδιά να κείτονται σωριασμένοι και διαμελισμένοι καθ’ όλο το μήκος τους στραβού βαράθρου τόσο ζωντανά, όσο τους είχα δει με τα νεανικά μου μάτια. Και μπορώ να δω πως κάτι άλλο πέθανε εκεί στην ματωμένη λάσπη και θάφτηκε στη χιονοθύελλα. Τ’ όνειρο των ανθρώπων μου πέθανε εκεί. Ήταν ένα όνειρο όμορφο… η ελπίδα της φυλής τσακίστηκε και διαμελίστηκε. Δεν υπάρχει σημείο αναφοράς πλέον και το ιερό δέντρο είναι νεκρό. Black Elk, σαμάνος των Oglala Lakota (1863-1950) Ένα παγωμένο πρωινό, σαν σήμερα, στις 29 Δεκεμβρίου του 1890, πολυπληθές απόσπασμα του 7ου Συντάγματος Ιππικού των Η.Π.Α, συλλαμβάνει μια ολόκληρη ορδή των Miniconjou Lakota, καθώς κι επί πλέον τριάντα οχτώ Hunkpapa Lakota κοντά στο Porcupine Butte. Διοικητής του αποσπάσματος ήταν ο ταγματάρχης Samuel M. Whitside. Η ορδή μετακινούνταν προς αναζήτηση χειμερινού καταλύματος και τροφής. Αμέσως μετά τη σύλληψη τους, οδηγούνται με την βία οχτώ χιλιόμετρα δυτικά, κοντά στον παραπόταμο Wounded Knee. Εκεί, υπό την απειλή όπλων, αναγκάζονται να στήσουν πρόχειρα τον καταυλισμό τους. Λίγο αργότερα, οι υπόλοιπες δυνάμεις του 7ου Συντάγματος Ιππικού καταφθάνουν στο Wounded Knee με επικεφαλής τον συνταγματάρχη James W. Forsyth. Πέραν του συμβατικού ατομικού οπλισμού, φέρουν στο οπλοστάσιο τους και τέσσερα ορειβατικά πυροβόλα Μ1875, την ελίτ του πυροβολικού της εποχής. Το ίδιο λοιπόν πρωινό, ο χασάπης με τα τρία χρυσά άστρα στις επωμίδες James W. Forsyth διατάζει τους στρατιώτες του να αφοπλίσουν όλους τους αιχμαλώτους Lakota. Οι ινδιάνοι δεν φέρνουν αντίσταση και δέχονται να αφοπλιστούν∙ γνωρίζουν πολύ καλά πως, όντας ολιγάριθμοι σε σχέση με τους διώκτες τους και σαφώς κατώτερα οπλισμένοι, όχι μόνον θα σφαγιασθούν ανηλεώς οι ίδιοι, αλλά ουδείς εκ των στρατιωτών θα δείξει έλεος στις γυναίκες και τα παιδιά τους. Όπερ και συνέβη. Κάποια στιγμή κι ενώ η διαδικασία της παράδοσης του οπλισμού εξελισσόταν κανονικά, το Μαύρο Κογιότ αρνείται να παραδώσει το τυφέκιο του∙ όντας κουφός, δεν αντιλήφθηκε τι ακριβώς συνέβαινε. Δίχως δεύτερη κουβέντα, μια ομάδα στρατιωτών πέφτει επάνω του να αποσπάσει το τυφέκιο με την βία κι αυτό εκπυρσοκροτεί, χωρίς ωστόσο να πετύχει κάποιον. Αυτομάτως, το σύνολο του Συντάγματος Ιππικού αρχίζει να βάλλει με επαναληπτικά τυφέκια εναντίον κάθε έμβιου στόχου∙ άντρες, γυναίκες, παιδιά, πόνι, σκυλιά δολοφονούνται σε ελάχιστο χρόνο. Τα πυροβόλα Μ1875 βάλλουν εναντίον τίπις, μετατρέποντας το πρωινό σε αιματοβαμμένη επίδειξη απανθρωπιάς κι αγριότητας. Κι ο αέρας ακόμη γίνεται αποπνικτικός από την οσμή της πυρίτιδας, που, όπως κι ο θάνατος, καλύπτουν τον καταυλισμό πλέον απ’ άκρη σ’ άκρη. Είναι τέτοια η μανία των στρατιωτών, ώστε, αψηφώντας ακόμη κι εντολές ανωτέρων τους, δίνουν την «χαριστική» βολή σε κάθε ινδιάνο τραυματία, ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου. Δηλωτικό επίσης του όλου μακελειού είναι πως καταδιώκονται και ξεκοιλιάζονται με ξιφολόγχες ακόμη και μικρές ομάδες γυναικόπαιδων, που καταφέρνουν να απομακρυνθούν λίγες εκατοντάδες μέτρα από το σφαγείο του Wounded Knee. Ακολούθησαν τρεις μέρες χιονοθύελλας, που έκαναν τις όχθες του παραπόταμου να μοιάζουν με αιματοβαμμένο νυφικό, με ρίγη αποκτήνωσης καλυμμένα πρόχειρα με ολόλευκα πέπλα. Από τους συνολικά 350 Lakota επέζησαν μόνον 51 (47 γυναίκες και παιδιά και 4 άνδρες). Όπως ήταν βεβαίως αναμενόμενο, όλοι τους οδηγήθηκαν με την βία να αργοπεθάνουν στις άθλιες συνθήκες του στρατοπέδου συγκέντρωσης με την επωνυμία «καταυλισμός Pine Ridje». Οι απώλειες για τον στρατό των Η.Π.Α ήταν 25 νεκροί και 39 τραυματίες, στην συντριπτική τους πλειοψηφία δολοφονημένοι από «φίλια» πυρά, μιας και το άσβεστο πάθος των συναδέλφων τους για αίμα ήταν πέρα κι από την λογική των εντολέων τους βαθμοφόρων. Το κράτος των Η.Π.Α απένειμε, φυσικά, μετάλλια τιμής στους μακελάρηδες. Ποιος θα περίμενε, άλλωστε, κάτι διαφορετικό; Μολονότι το φαιδρότερο όλων δεν ήταν η παρασημοφόρηση των αιμοσταγών ανθρωποειδών, αλλά το γεγονός πως μια σφαγή ανθρώπων κάθε ηλικίας γράφτηκε από μεγάλη μερίδα των αμερικανών ακαδημαϊκών με αδαμάντινα γράμματα στην ιστορία ως «η μάχη του Wounded Knee». Οι τηβεννοφέροντες κονδυλοφόροι για άλλη μια φορά εις την υπηρεσία της κρατικής πανώλης.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.kar.org.gr/2014/12/30/%CF%87%CE%B9%CF%8C%CE%BD%CE%B9-%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%AF%CE%BC%CE%B1-%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B9%CE%BD%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%89%CE%BD-lakota-%CF%83%CF%84/

Ο πόλεμος που σημάδεψε την Ιστορία των ΗΠΑ


Ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε την άνοιξη του 1861 στην Αμερική ήταν συνέπεια και έκφραση των οικονομικών διαφορών ανάμεσα σε Πολιτείες του Νότου και του Βορρά. Η απελευθέρωση των δούλων, αντίθετα από όσα οι ταινίες του Χόλιγουντ έχουν ωραιοποιήσει, ήταν ένα από τα στοιχεία αυτών των διαφορών. Καθώς οι δούλοι στις 11 Πολιτείες του Νότου - περίπου 4 εκατομμύρια σε συνολικό πληθυσμό μόλις 9 εκατομμυρίων - αποτελούσαν περιουσιακό στοιχείο και εμπόρευμα, κάθε κίνηση, κάθε απόπειρα να θιγεί, να αλλάξει το καθεστώς τους ήταν φυσικό να προκαλέσει αντίδραση. Οσο ο πληθυσμός στον Βορρά διογκωνόταν με αφίξεις «πεινασμένων, εξαθλιωμένων αλλά προθύμων να εργαστούν» από την Ευρώπη - ρημαγμένη από τους Ναπολεόντειους Πολέμους - και εξαπλωνόταν προς τα δυτικά, οι μικροσυγκρούσεις έγιναν στοιχείο αναφοράς για τις δεκαετίες του '40 και του '50, πάντοτε με αφορμή το καθεστώς της δουλείας. Αν δηλαδή στις «νέες χώρες» θα είχε ισχύ αυτό το καθεστώς. Η εκλογή του Αβραάμ Λίνκολν ως προέδρου της Δημοκρατίας το 1860 αποτέλεσε την αφορμή και το σύνθημα για γενικότερη και πιο οργανωμένη αντίδραση των Νοτίων. Πρώτη πράξη τους, η απόσχιση 11 Πολιτειών.


Οι διαφορές Βορρά - Νότου

Υπήρχαν μεγάλες οικονομικές και πολιτιστικές διαφορές ανάμεσα στις Πολιτείες του Βορρά και του Νότου. Οι Βόρειοι, με ευρωπαϊκές ρίζες κουλτούρας και βρετανική κυβερνητική και οικονομική παιδεία οι περισσότεροι, είχαν εκσυγχρονίσει την οικονομία τους, δημιούργησαν υποδομές κατασκευάζοντας δρόμους, τηλεγραφεία, νέες διώρυγες, σιδηροδρόμους, ποταμόπλοια κ.τ.λ. Συγκρότησαν τραπεζικό σύστημα, ίδρυσαν βιομηχανίες, ακόμη και στρατιωτικού υλικού, εξάπλωσαν τις βιοτεχνίες ως τους μικρούς οικισμούς, χωρίς να αγνοήσουν τη γεωργική παραγωγή και την κτηνοτροφία. Ολα με βάση εργασίας τον ελεύθερο άνθρωπο. Παράλληλα εξέδιδαν και κυκλοφορούσαν εφημερίδες, βιβλία, περιοδικά - μερικά επιβιώνουν ως σήμερα - μεταδίδοντας και εξαπλώνοντας τις γνώσεις, οργάνωσαν θεατρικά συγκροτήματα κ.ά. Το εμπόριο έγινε πηγή πλούτου και τα προϊόντα του μπορούσαν να φθάσουν σε όλα τα σπίτια.

Αντίθετα, ο Νότος, όπου η ισπανική παρουσία τριών και πλέον αιώνων ήταν εμφανής, έμεινε στάσιμος στη βάση της φυτοκαλλιέργειας και του εμπορίου. Η οικονομία του στηριζόταν - από τις αρχές του 18ου αιώνα - στα μεγάλα γεωκτήματα, όλα σχεδόν με φυτείες βιομηχανικών φυτών, κυρίως με βαμβάκι, το οποίο εξαγόταν στην Ευρώπη αποδίδοντας μεγάλα κέρδη, και εργατική δύναμη δούλους, δηλαδή με μηδαμινό κόστος. Η επένδυση σε δούλους ήταν από τις πιο ασφαλείς και κερδοφόρες, καθώς γινόταν όλο και πιο δύσκολη η μεταφορά δούλων από την Αφρική. Από το 1851 ως το 1859 η μέση τιμή του δούλου διπλασιάστηκε και της μπάλας βαμβακιού που εξαγόταν στη Γαλλία αυξήθηκε δυόμισι φορές. Δεν ήταν λοιπόν παράδοξο ότι οι Νότιοι ήταν πολύ πλουσιότεροι από τους Βορείους.

Ο πρόεδρος Τζέιμς Πολκ (1845-1849), συμπυκνώνοντας μιαν αντίληψη η οποία επικρατούσε σχεδόν σε όλες τις αμερικανικές Πολιτείες αλλά ιδιαίτερα στον Νότο, είχε δηλώσει το 1845 ότι η Αμερική «έχει έναν μεγαλειώδη προορισμό. Να επεκταθεί σε όλη την ήπειρο ως τον Ειρηνικό». [Με κάποια μικρή γλωσσική διαφορά αυτή η ιδεολογία ακούγεται και σήμερα στην Ουάσιγκτον.] Με αυτό το ιδεολογικό όπλο η Αμερική προσάρτησε «έναντι μικρού τιμήματος» από το Μεξικό το Τέξας, αφήνοντας, όχι τυχαία, αδιευκρίνιστο αν τα νότια όριά του ήταν ο ποταμός Ρίο Γκράντε ή ο Νουέθες, όπως υποστήριζε το Μεξικό. Η διαφορά οδηγήθηκε σε στρατιωτική σύγκρουση, στον Μεξικανοαμερικανικό Πόλεμο που κράτησε δύο χρόνια, ως 1848. Φυσικά νίκησε η Αμερική.
Δείχνοντας «το καλό της πρόσωπο», όπως δήλωσε ο Πολκ, η Αμερική πρόσφερε στο Μεξικό 15 εκατ. ασημένια δολάρια αλλά επεκτάθηκε σχεδόν στο τότε μισό Μεξικό, σε μια έκταση 1,3 εκατ. τετρ. χιλιομέτρων, την οποία καταλαμβάνουν σήμερα επτά Πολιτείες.


Η διάσπαση που οδήγησε στον εμφύλιο

Η επέκταση του «ομοσπονδιακού κράτους» έφερε και προβλήματα, καθώς έσπευσαν να εποικίσουν τα «νέα εδάφη» κατά χιλιάδες από τον Νότο αλλά και από τον Βορρά. Οπότε, μεταξύ άλλων, πρόβαλε και το ζήτημα της δουλείας. Θα είχε ισχύ στα «νέα εδάφη»; Ο «συμβιβασμός» του 1854 μεταξύ δύο Πολιτειών, ο οποίος έδινε το δικαίωμα να κρίνει ανάλογα η κάθε Πολιτεία, δεν είχε παντού εφαρμογή. Οταν η Καλιφόρνια περιήλθε στην πολιτική δικαιοδοσία των Βορείων οι Νότιοι, οι οποίοι αποτελούσαν την πλειονότητα των νέων κατοίκων της, αξίωσαν να ισχύσει το καθεστώς της δουλείας. Και όταν το 1860 εκλέχθηκε πρόεδρος ο Αβραάμ Λίνκολν επτά Πολιτείες του Νότου αποσχίστηκαν «αρνούμενες», όπως δήλωσε ο κυβερνήτης της Αλαμπάμα, «να δεχθούν εξουσίες από εκείνους που καταλύουν την οικονομική και κοινωνική βάση» της χώρας, δηλαδή από τον νέο πρόεδρο ο οποίος ήταν εναντίον της δουλείας. Περνώντας από τις πομπώδεις διακηρύξεις στις πράξεις αυτοανακηρύχθηκαν Συνομοσπονδιακές Πολιτείες της Αμερικής (Confederate States of America), κάλεσαν υπό τα όπλα περί τις 100.000 άνδρες (αργότερα έφθασαν τις 400.000) και θέλησαν από την πρώτη στιγμή να δείξουν τη δύναμή τους και τις διαθέσεις τους.

Τα ξημερώματα της 12ης Απριλίου 1861 δύναμη 5.500 ανδρών του στρατού τους επιτέθηκε στην ομοσπονδιακή φρουρά στο λιμάνι του Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνας. Μολονότι δεν ήταν περισσότεροι από 85, άντεξαν 34 ώρες - έχει γίνει έκτοτε λαϊκός θρύλος και λυρικό δράμα η ηρωισμός των «85 του Τσάρλεστον». Hταν η αρχή του εμφυλίου πολέμου που κράτησε τέσσερα χρόνια. Οπως σε όλους τους εμφύλιους πολέμους, τα θύματα ήταν πολλά, πέρα από κάθε πρόβλεψη. Επί έναν αιώνα και πλέον τα θύματα υπολογίζονταν σε 618.222 αλλά νεότερες έρευνες, με νέα στοιχεία, ανεβάζουν τον αριθμό τους σε 750.000, όσα σε κανέναν πόλεμο στον οποίο έλαβε μέρος η Αμερική.

Ο πρόεδρος Λίνκολν αντέδρασε αμέσως μετά το Τσάρλεστον. Δεν είδε την επίθεση των Νοτίων εναντίον ενός φυλακίου που φρουρούσαν Βόρειοι σαν μια μεμονωμένη αντίδραση στην εκλογή του. Για αυτόν ήταν μια πράξη υπονόμευσης της ακεραιότητας του ομοσπονδιακού κράτους με ό,τι αυτό σήμαινε για τους κατοίκους του και τον ίδιο. Κάλεσε υπό τα όπλα για τρίμηνη θητεία 75.000 άνδρες, κήρυξε τις Πολιτείες της Συνομοσπονδίας σε αποκλεισμό - παραβιάζοντας το Σύνταγμα, το οποίο δεν επέτρεπε φυσικά τέτοιο μέτρο εναντίον τμήματος του κράτους, έστω και αν αυτό είχε «εξεγερθεί και αμφισβητούσε την εξουσία του» -, πήρε από τα κρατικά ταμεία 2 εκατ. ασημένια δολάρια και αναίρεσε την ισχύ του κώδικα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην αρχή μόνο στις ανατολικές περιοχές αλλά αργότερα σε όλη τη χώρα.

Με βάση την οικονομική και πληθυσμιακή υπεροχή των Βορείων θα περίμενε κανείς ότι θα επικρατούσαν σύντομα. Είχαν 23 Πολιτείες με πληθυσμό 21 εκατομμύρια, ενώ ο Νότος μόνο 11 Πολιτείες και 9 εκατομμύρια κατοίκους - τα 4 εκατομμύρια δούλοι, μάλλον απείθαρχοι και ακατάλληλοι για ένοπλη σύγκρουση. Στον Βορρά λειτουργούσαν 100.000 βιομηχανικές επιχειρήσεις και στον Νότο μόνο 18.000. Στον Βορρά ήταν τα τρία τέταρτα των σιδηροδρομικών γραμμών και είχαν υπεροχή τρία προς ένα στην παραγωγή πολεμικού υλικού. Εκείνα που έλειπαν από τον Βορρά ήταν η πολεμική εμπειρία, η ποιότητα της στρατιωτικής ηγεσίας τους και ο πραγματικός στόχος. Αντίθετα, στον Νότο πολεμούσαν «για να έχουν ψωμί και Εκκλησία αύριο» και - ίσως το ουσιωδέστερο - πολεμούσαν σε γνωστό τους έδαφος και για να ιδρύσουν ένα «ανεξάρτητο κράτος με νέους θεσμούς», ο κυριότερος των οποίων ήταν ασφαλώς η διατήρηση της δουλείας. Καθώς ο αποκλεισμός των ακτών του Νότου δεν μπορούσε να είναι αποτελεσματικός, οι Νότιες Πολιτείες δεν είχαν μεγάλη δυσκολία να συνεχίσουν τις εξαγωγές βαμβακιού έναντι πολεμικού υλικού από γάλλους και άγγλους λαθρεμπόρους και μαυραγορίτες.

Η εποχή της ανοικοδόμησης

Η δολοφονία του Αβραάμ Λίνκολν τον Απρίλιο 1865 δεν ανέστειλε την κυβερνητική προσπάθεια για κατάργηση της δουλείας. Αλλωστε, από τον δεύτερο χρόνο των εχθροπραξιών ο Λίνκολν είχε αρχίσει να προωθεί στο Κογκρέσο διατάγματα προς αυτή την κατεύθυνση. Ανάμεσα σε αυτά, νομοθετικές πράξεις πολιτικού και οικονομικού περιεχομένου οι οποίες θα διευκόλυναν την ένταξη των αμόρφωτων και ανειδίκευτων μαύρων σε μια κοινωνία ιδεολογικά διαιρημένη και σε μεγάλο βαθμό ρατσιστική αλλά οικονομικά σε θέση να υποδεχθεί τις μυριάδες απελευθερωμένους μαύρους. Το δημογραφικό, το οικονομικό και το πολιτιστικό τοπίο της χώρας άλλαζε με την de facto κατάργηση του θεσμού της δουλείας. Καθώς ο εμφύλιος ουσιαστικά τελείωσε την εβδομάδα της δολοφονίας του και τα ομοσπονδιακά στρατεύματα είχαν καταλάβει όλες τις Πολιτείες του Νότου, οι ιδέες για την κατάργηση του θεσμού μπορούσαν να γίνουν πράξη. Η πολιτική ιστορία της Αμερικής ονομάζει αυτά τα χρόνια της πληθώρας των νέων μέτρων και ψηφισμάτων του Κογκρέσου - από τα μέσα του εμφυλίου ως το 1877 - εποχή της Reconstruction (= Ανοικοδόμησης). Ορθά, το όλο κρατικό και πολιτικό σύστημα της χώρας αναδιαμορφώθηκε.

Τον Ιανουάριο του 1865 ο Λίνκολν είχε στείλει στο Κογκρέσο μια τροπολογία του Συντάγματος για την κατάργηση της δουλείας στην Αμερική και 12 μήνες αργότερα το Κογκρέσο την επικύρωσε. Είναι η θεμελιακής ισχύος 13η τροπολογία. Ο αντιπρόεδρος Αντριου Τζόνσον, ο οποίος διαδέχθηκε τον Λίνκολν, συνέχισε την πολιτική του, αλλά όχι με τον ίδιο ζήλο και την ίδια αποφασιστικότητα. Αλλωστε οι μεγαλογαιοκτήμονες του Νότου μπορεί να έχασαν τον πόλεμο, διατηρούσαν όμως ισχυρή οικονομική δύναμη και κυριαρχούσαν πολιτικά, μέσω Εκκλησίας και σχολείου, που ήταν πάντοτε υποχείριά τους. Το σχέδιο του Τζόνσον για όρκο πίστης στην Ενωση και στην κατάργηση της δουλείας την οποία έπρεπε να κάνουν οι Πολιτείες του Νότου προτού επανενταχθούν στο κράτος έμεινε μεγάλο διάστημα στα χαρτιά. Η 14η τροπολογία που προνοούσε για παροχή πολιτικής ελευθερίας και εθνικής ταυτότητας στους απελευθερωμένους μαύρους δεν είχε καλύτερη τύχη. [Μόνο επί προεδρίας Λίντον Τζόνσον, τη δεκαετία του 1960, έγινε πράξη σε ολόκληρο τον Νότο, και αυτό λόγω πολέμου στο Βιετνάμ.]

ΤΙ ΗΤΑΝ Η ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΗΣ

Ηταν η διαταγή από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Αβραάμ Λίνκολν να ελευθερώσει σκλάβους σε 10 Πολιτείες. Ισχυε μόνο για τις Πολιτείες που ήταν σε επανάσταση ενάντια στις ΗΠΑ το 1863 κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου. Δεν ελευθέρωσε αμέσως τους σκλάβους σε αυτές τις 10 Πολιτείες, καθώς αυτές ήταν ακόμη υπό τον έλεγχο των Συνομόσπονδων Πολιτειών της Αμερικής. Παρ' όλα αυτά απελευθέρωσε κατευθείαν τουλάχιστον 20.000 σκλάβους μέσα στην Ενωση και σχεδόν τα τέσσερα εκατομμύρια του Νότου, καθώς ο στρατός της Ενωσης κινούνταν μέσα στα εδάφη της Συνομοσπονδίας.

Η διακήρυξη εκδόθηκε σε δύο μέρη. Στις 22 Σεπτεμβρίου 1862 ο Λίνκολν ανακοίνωσε ότι σε 100 ημέρες θα ελευθερώσει όλους τους σκλάβους που ανήκαν σε περιοχές εκτός ελέγχου των ΗΠΑ. Την 1η Ιανουαρίου 1863 ονόμασε τις 10 Πολιτείες στις οποίες θα ίσχυε η διακήρυξη: Τέξας, Νότια Καρολίνα, Βόρεια Καρολίνα, Τζόρτζια, Αλαμπάμα, Μισισίπι, Αρκάνσας, Βιρτζίνια, Κεντάκι και Λουιζιάνα. Οι πέντε συνοριακές Πολιτείες όπου η σκλαβιά ήταν ακόμη νόμιμη δεν επηρεάστηκαν από τη διακήρυξη, καθώς ήταν ακόμη κομμάτια της Ενωσης. Επίσης η διακήρυξη δεν ίσχυε ούτε στο Τενεσί, καθώς οι δυνάμεις της Ενωσης είχαν ήδη καταλάβει την περιοχή.

«[...] όλα τα άτομα κρατούμενα ως σκλάβοι μέσα σε οποιαδήποτε Πολιτεία της οποίας οι κάτοικοι είναι σε επανάσταση ενάντια στην Ενωση θα είναι από σήμερα για πάντα ελεύθεροι. Η εκτελεστική διοίκηση των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της στρατιωτικής και ναυτικής εξουσίας, θα αναγνωρίσει και θα διατηρήσει την ελευθερία αυτών των ατόμων και δεν θα δράσει με σκοπό την κατάπνιξή τους [...]».

Πριν από το τέλος του πολέμου κάποιες απαλλαγμένες από τη διακήρυξη Πολιτείες απαγόρευσαν τη σκλαβιά εντός των συνόρων τους. Ενώ η διακήρυξη είχε ελευθερώσει τους σκλάβους, παρ' όλα αυτά δεν έκανε τη σκλαβιά παράνομη. Ετσι ο Λίνκολν εξέδωσε μια συνταγματική τροποποίηση για να απαγορεύσει τη σκλαβιά. Η 13η τροποποίηση έκανε τη σκλαβιά παράνομη παντού στις ΗΠΑ και ψηφίστηκε το 1865, οκτώ μήνες μετά τη δολοφονία του Λίνκολν.


ΟΙ ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

  • Η Μάχη του Μανάσας (16-20 Ιουλίου 1861)
  • H κατάληψη της Νέας Ορλεάνης (26 Απριλίου 1862)
  • «Δυτικό Μέτωπο»: Η μάχη του Σάιλο. 6-7 Απριλίου 1862
  • Η εκστρατεία στη Χερσόνησο (25 Ιουνίου - 2 Ιουλίου 1862)
  • Ευκαιρία ειρήνης. Απόφαση Λίνκολν για συνέχιση πολέμου
  • Αντίεταμ: Η πιο αιματηρή μάχη (25-27 Αυγούστου 1862)
  • Ετος στροφής (1863)
  • Η μάχη στο Τσάνσελορσβιλ (27-29 Απριλίου 1863)
  • Γκέτισμπεργκ (1-3 Ιουλίου 1863)
  • Οι μάχες της Τσικαμάουγκα και Τσατανούγκα (Σεπτέμβριος - Οκτώβριος 1863)
  • Γεγονότα του 1864-5
  • Η μάχη στον Ερυθρό Ποταμό (Απρίλιος - Μάιος 1864)
  • Ανατολικό Μέτωπο: Η Επιδρομή του Ερλι στην Ουάσιγκτον. Η μάχη της Σεναντόα (Ιούνιος - Σεπτέμβριος 1864)
  • Δυτικό Μέτωπο: Η πτώση της Ατλάντα (2 Σεπτεμβρίου 1864)
  • Η πορεία του Σέρμαν προς τη θάλασσα. Η τακτική της καμένης γης
  • Επανεκλογή Λίνκολν (8 Νοεμβρίου 1864)
  • Η πτώση του Νότου (Απρίλιος 1865)
Στάθης Ευσταυθιάδης , Το Βήμσ,  04/01/2015

★ Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΤΟΥ ΜΠΑΣΚΕΤ

Ήταν ένα κρύο και βροχερό χειμωνιάτικο απόγευμα του 1891 όταν ο Καναδός Τζιμ Νέισμιθ, ο νεαρός γυμναστής του Κολεγίου Σπρίνκγφιλντ της Μασσαχουσέττης, καθόταν προβληματισμένος στο γραφείο του. Σκεφτόταν πώς θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα παιχνίδι για να παίζουν οι μαθητές του σε κλειστό χώρο και ταυτόχρονα να είναι ενδιαφέρον και θεαματικό. Η ώρα περνούσε κι άρχισε ν' απογοητεύεται. "Άδικα πονοκεφαλιάζω", είπε και εκνευρισμένος πέταξε στο καλάθι των σκουπιδιών ένα τσαλακωμένο χαρτί, που όση ώρα σκεφτόταν, το ταλαιπωρούσε στα χέρια του.

Το χάρτινο μπαλάκι μπήκε στο καλάθι και τότε ο Νέισμιθ, σαν να χτυπήθηκε από ηλεκτρικό ρεύμα. Πετάχτηκε όρθιος. Χτύπησε τα χέρια του και φώναξε σαν νέος Αρχιμήδης: "Εύρηκα". Η ενστικτώδης κίνηση που έκανε, του έδωσε την ιδέα πάνω στην οποία θα στήριζε το παιχνίδι.

Ο Νέισμιθ είχε σπουδάσει θρησκευτικά, αλλά τον κέρδισε ο αθλητισμός γιατί, όπως έλεγε κι ο ίδιος, "πιο εύκολα μπορώ να επηρεάσω τους νεαρούς να γίνουν Χριστιανοί μέσω του αθλητισμού, παρά με το κήρυγμα".

Ο επικεφαλής του αθλητικού τμήματος στο Σπρίνγκφιλντ είχε προετοιμάσει τον Νέισμιθ. Του επέστησε την προσοχή ότι οι μαθητές του ήταν "επαναστάτες", ότι οι παλιές ασκήσεις γυμναστικής τους άφηναν παντελώς αδιάφορους κι ότι έπρεπε να βρεθεί ένα νέο παιχνίδι που να τους αποσπάσει το ενδιαφέρον.

Ο οραματιστής Νέισμιθ σκεφτόταν: "θα είναι παιχνίδι με μπάλα, αλλά όχι ποδόσφαιρο που είναι επικίνδυνο. Οι παίκτες δεν θα μπορούν να τρέχουν με την μπάλα, άρα δεν θα γίνονται τάκλιν, άρα δεν θα υπάρχουν τραυματισμοί".


Το επόμενο πρόβλημα ήταν και το πιο βασικό. Πώς το παιχνίδι θα γινόταν ανταγωνιστικό.
Δηλαδή πώς θα σκόραραν οι παίκτες. Σκέφτηκε να βάλει ένα κουτί στο πάτωμα και να έριχναν εκεί οι παίκτες την μπάλα, αλλά αυτό ήταν ανέφικτο, καθώς οι αμυντικοί θα στέκονταν μπροστά και το παιχνίδι θα γινόταν τραχύ.

Έτσι αποφάσισε να βάλει τα κουτιά να κρέμονται πάνω από τα κεφάλια των παικτών.
Το επόμενο μέλημα του ήταν να βρει την κατάλληλη μπάλα. Αυτή του αμερικανικού ποδοσφαίρου ήταν εύκολο να κουβαληθεί από τους παίκτες και έτσι αποφάσισε ότι η μπάλα του ποδοσφαίρου ήταν η πιο κατάλληλη.

Το πρωί τις 21 Δεκεμβρίου του 1891 ο Νέισμιθ βρήκε τον κ. Στέμπινς, επιστάτη του κολεγίου και του ζήτησε δύο κουτιά. Ο επιστάτης απάντησε αρνητικά, αλλά είπε στον Νέισμιθ ότι έχει δύο καλάθια από ροδάκινα να του δώσει.

Ο Νέισμιθ πήρε τα καλάθια και τα κρέμασε στο μπαλκόνι του γυμναστηρίου, είχε ύφος 3 μέτρα και 5 εκατοστά. Αυτό το ύψος έχουν μέχρι και σήμερα τα καλάθια του μπάσκετ. Στις 11.30 ο Νέισμιθ περίμενε τους μαθητές του να τους παρουσιάσει το νέο παιχνίδι. Νωρίτερα τους είχε δείξει κι άλλα παιχνίδια, αλλά οι μαθητές του τα απέρριψαν, γελώντας ειρωνικά. Η αγωνία του νεαρού καθηγητή ήταν μεγάλη. "Ει, άλλο ένα νέο παιχνίδι" φώναξε ένας μαθητής, μόλις μπήκε στο γυμναστήριο.


"Δοκιμάστε κι αυτό και αν δεν σας αρέσει, δεν θα σας παρουσιάσω ποτέ κανένα άλλο" είπε ο Τζιμ.
Στη συνέχεια χώρισε τους 18 μαθητές του σε δύο ομάδες των 9 ατόμων και έβαλε τους δύο αρχηγούς να σταθούν στη μέση του γηπέδου. Πέταξε την μπάλα ψηλά ανάμεσα τους. Ήταν το πρώτο τζάμπολ.

Οι δύο νέοι πήδηξαν να διεκδικήσουν την μπάλα και ... ήταν γεγονός: το πρώτο παιχνίδι μπάσκετ είχε αρχίσει.Οι παίκτες, αφού δεν μπορούσαν να τρέχουν κρατώντας την μπάλα στα χέρια, άρχισαν να αλλάζουν πάσες και να προσπαθούν να τη βάλουν στο καλάθι.

Έκαναν αυτό που κάνουν σήμερα εκατομμύρια άνθρωποι σ' ολόκληρη τη γη. Έπαιζαν το πιο συναρπαστικό από όλα τα σπορ, αυτό που μαγνητίζει στις μέρες μας όλο τον κόσμο. Τα γέλια και οι φωνές των μαθητών του Νέισμιθ αντηχούσαν στο παλιό γυμναστήριο. Οι παίκτες, φορώντας μακρύ παντελόνι και μπλούζα, απολάμβαναν το νέο παιχνίδι και ο Νέισμιθ τους κοιτούσε γεμάτος περηφάνια.


Μετά από μισή ώρα παιχνιδιού κι ενώ είχε μπει ένα μόνο καλάθι, οι μαθητές ήταν εξουθενωμένοι, αλλά ευτυχισμένοι.Το "μικρόβιο" του μπάσκετ τους είχε κατακτήσει για τα καλό. Ρώτησαν το γυμναστή τους πότε θα μπορούσαν να ξαναπαίξουν αυτό το υπέροχο παιχνίδι. Έπαιζαν συχνά στη συνέχεια. Αυτός ήταν ο πρώτος αγώνας στην ιστορία του αθλήματος.


Τον Ιανουάριο του 1892, όταν οι μαθητές γύρισαν από τις διακοπές των Χριστουγέννων, άρχισαν να δίνουν αγώνες με τα γειτονικά σχολεία που κι αυτά είχαν αρχίσει να παίζουν το νέο παιχνίδι. Τα πρώτα ματς της εποχής έληγαν συνήθως με 3-2 ή με 2-1. Το κάθε καλάθι μετρούσε ένα πόντο. Το Μάρτιο της ίδιας χρονιάς, διοργανώθηκε στο Σπρίνγκφιλντ το πρώτο τουρνουά μπάσκετ. μεταξύ των μαθητών του κολεγίου. Διάφορες γυναίκες που παρακολουθούσαν τους αγώνες από το μπαλκόνι πρότειναν να παίξουν κι αυτές. Μόλις τελείωσαν οι αγώνες των αντρών, οι γυναίκες μπήκαν στο γήπεδο και έπαιξαν. Ήταν ένα πρωτόγνωρο θέαμα, καθώς φορώντας μακριά φουστάνια προσπαθούσαν να τρέξουν και να βάλουν την μπάλα στο καλάθι. Δεν το κατάφεραν, αλλά μην ξεχνάμε ότι αυτό που μετράει στον αθλητισμό είναι η προσπάθεια.

Την άνοιξη, το παιχνίδι μεταφέρθηκε έξω. Εκεί έστησαν δύο σιδερένιους πασσάλους και κρέμασαν σ' αυτούς τα καλάθια. Το μπάσκετ είχε ανοίξει τις πόρτες του και είχε ξεκινήσει για να κατακτήσει τον κόσμο.

Μια μέρα ένας φοιτητής, ονόματι Φρανκ Μάχαν, επισκέφτηκε τον Νέισμιθ στο γραφείο του. 
-"Δρ. Νέισμιθ, πώς σκοπεύετε να ονομάσετε το νέο παιχνίδι;", τον ρώτησε. 
Ο Νέισμιθ απάντησε ότι δεν είχε αποφασίσει ακόμη για το όνομα του παιχνιδιού.
-"Να το πούμε Νέισμιθ - μπολ", πρότεινε ο Μάχαν. 
-"Αυτό το όνομα θα σκότωνε κάθε παιχνίδι", απάντησε γελώντας ο καθηγητής.
-"Τότε γιατί να μην το πούμε μπάσκετ - μπολ; Εξάλλου παίζεται με δυο καλάθια και μια μπάλα", αντιπρότεινε ο νεαρός. 
Ο Νέισμιθ πετάχτηκε επάνω, έδωσε το χέρι του στον μαθητή του και του είπε:
-"Μπράβο, αυτά είναι το όνομα που του αξίζει". 
Το ωραιότερο παιχνίδι του κόσμου είχε βρει το όνομα του. Ο Τζιμ Νέισμιθ ήταν ο πατέρας του και ο Φρανκ Μάχαν ο νονός του.


Η ονομασία μπάσκετμπολ -καλαθοσφαίριση στα ελληνικά- ήταν έμπνευση ενός εκ των μαθητών του.

Το άθλημα κέρδισε γρήγορα πολλούς θαυμαστές και διαδόθηκε σ' όλες τις ΗΠΑ. Τη δεκαετία του 1920 υπήρχαν εκατοντάδες ομάδες, επαγγελματικές αλλά και ερασιτεχνικές, κάτω από την «ομπρέλα» της Διακολεγιακής Αθλητικής Ένωσης, προδρόμου του γνωστού μας NCAA.

Το μπάσκετμπολ εισήχθη και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου το 1936, ενώ ως άθλημα επίδειξης είχε πρωτοπαρουσιαστεί το 1904, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Αγίου Λουδοβίκου. Οι γυναίκες έπαιξαν για πρώτη φορά μπάσκετ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ το 1976.


Το επαγγελματικό μπάσκετ έφτασε στην κορύφωσή του το 1946 με τη δημιουργία του ΝΒΑ, που σήμερα θεωρείται ό,τι το καλύτερο έχει να επιδείξει το άθλημα σε επίπεδο πρωταθλήματος. Στις 18 Ιουνίου του 1932 ιδρύθηκε η Παγκόσμια Ομοσπονδία Μπάσκετ, γνωστή με τα αρχικά FIBA, από εκπροσώπους οκτώ χωρών, ανάμεσά τους και της Ελλάδας.

Στη χώρα μας, ο πρώτος αγώνας μπάσκετ είχε παιχτεί 14 χρόνια νωρίτερα, το 1918, στο γήπεδο της ΧΑΝ Αθηνών. Οι δύο ομάδες χρησιμοποίησαν δύο ανεστραμμένες καρέκλες για καλάθια και μία μπάλα ποδοσφαίρου. Μεταξύ των πρώτων παικτών ήταν και ο Μάικ Στεργιάδης, που υπήρξε μαθητής του Νέισμιθ στο κολέγιο του Σπρίνγκφιλντ. Οι ελληνικές ομάδες με κορυφαίες τον Παναθηναϊκό, τον Άρη και τον Ολυμπιακό, θεωρούνται από τις καλύτερες της Ευρώπης.


Η Αμερική είναι η πατρίδα του Μπάσκετ και όπως είναι φυσικό εκεί το μπάσκετ έχει τη μεγαλύτερη παράδοση και έγινε από τα πρώτα του βήματα ιδιαίτερα δημοφιλές. Το αμερικάνικο πρωτάθλημα μπάσκετ γνωστό ως NBA είναι μια μεγάλη βιομηχανία θεάματος με ένα τεράστιο κύκλο χρημάτων και δραστηριοτήτων. Από τα γήπεδα, τις ομάδες, τους παίκτες, τους προπονητές, τις μασκώτ, τις μαζορέτες, τις τηλεοπτικές μεταδόσεις, τους χορηγούς, όλα υποστηρίζουν ένα άψογα οργανωμένο και άκρως επαγγελματικο ομαδικό άθλημα που είναι ένα από τα διαμάντια της Αμερικάνικης βιομηχανίας του θεάματος. Δεν είναι τυχαία το κορυφαίο πρωτάθλημα στον κόσμο, με εκατομμύρια φίλους ανά τον κόσμο...



★ HALLOWEEN

Κάθε χρόνο το βράδυ της 31ης Οκτωβρίου, παράξενα και «τρομακτικά» πράγματα συμβαίνουν στη Βόρειο Αμερική. Φωτισμένες κολοκύθες, ανθρώπινοι σκελετοί, χαρούμενα φαντάσματα, μάγισσες καβάλα σε σκούπες κάνουν την εμφάνισή τους στους δρόμους των αμερικανικών πόλεων. Παιδιά γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας και οι νοικοκύρηδες τους προσφέρουν κέικ η ζαχαρωτά για την ανάπαυση των ψυχών.

Οι ΗΠΑ και ο Καναδάς γιορτάζουν το Χάλογουιν (Halloween), μια γιορτή με μαζική συμμετοχή που θυμίζει καρναβάλι και κάλαντα μαζί, όπου ο φόβος δύσκολα ξεχωρίζει από το γέλιο και ο τρόμος από το ξεφάντωμα. Σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία των ΗΠΑ, 36,1 εκατομμύρια παιδιά συμμετείχαν στο Halloween την περασμένη χρονιά και επισκέφθηκαν 108 εκατομμύρια σπίτια.

Ο όρος Halloween είναι συνεπτυγμένη μορφή των λέξεων All-Hallow-even και σημαίνει το «Βράδυ πριν από την Ημέρα των Αγίων Πάντων», που γιορτάζεται την 1η Νοεμβρίου στις καθολικές χώρες. Η γιορτή χάνεται στα βάθη των αιώνων. Έχει ειδωλολατρικές ρίζες και σχετίζεται με τη λατρεία των Δρυίδων από τους Κέλτες στην Ιρλανδία.

Πιστεύεται ότι οι ψυχές των ανθρώπων που πέθαναν κατά τη διάρκεια του έτους ψάχνουν να μπουν σ' ένα σώμα για να κερδίσουν την αθανασία. Οι ζωντανοί από την πλευρά τους, ντυμένοι με παράξενα κοστούμια και κάνοντας θόρυβο, προσπαθούν να φοβίσουν και να διώξουν τα πνεύματα. Τη γιορτή έφεραν στην Αμερική ιρλανδοί μετανάστες κάπου στα μέσα του 19ου αιώνα.

Οι χριστιανικές οργανώσεις αντιδρούν, θεωρώντας ότι το έθιμο έχει ειδωλολατρικές ρίζες και σατανιστική χροιά. Το Βατικανό το βλέπει σαν ένα παιδικό παιγνίδι και γι' αυτό το συγχωρεί.

Τη μέρα αυτή περιμένουν πώς και πώς οι ζαχαροπλάστες της Αμερικής. Ο τζίρος σε γλυκά και ζαχαρωτά την ημέρα του Halloween υπερβαίνει κατά πολύ τον αντίστοιχο των Χριστουγέννων, του Αγίου Βαλεντίνου και του Πάσχα.

Καλύτερο υλικό δεν θα μπορούσε να υπάρξει για τους ανθρώπους του κινηματογράφου. Εκτός από τις ταινίες τρόμου, αρκετές άλλες έχουν για φόντο τους τη βραδιά του Halloween, από τη βουβή κωμωδία του 1904 Halloween Night at the Seminary, ως την πρόσφατη παρωδία Scary Movie. Ταινία αναφοράς για τη γιορτή παραμένει το θρίλερ τρόμου Halloween, παραγωγής 1978, του μετρ Τζον Κάρπεντερ, με πρωταγωνιστές τους Ντόναλντ Πλέζανς και Τζέιμι Λι Κέρτις.


- Copyright © Η Κατάκτηση της Δύσης || Εγκυκλοπαίδεια - Designed by Παναγιώτης Μπαταργιάς -